Κατάθλιψη, καταθλιπτική νεύρωση, δυσθυμία

katathlipsi

κατάθλιψη,

  καταθλιπτική νεύρωση,

   δυσθυμία ,

    αντιδραστική κατάθλιψη ,

     ψυχωτική κατάθλιψη,

      καταθλιπτική διαταραχή

Πηγές:

Η κατάθλιψη είναι μια πάθηση της οποίας περιγραφές καταγράφονται από την απαρχή της ανθρώπινης ιστορίας. Είναι μια κατά κανόνα θεραπεύσιμη διαταραχή και δεν είναι στοιχείο αδυναμίας του χαρακτήρα του πάσχοντα άνθρωπου ούτε απάθειας και τεμπελιάς. Προκαλεί δυσβάστακτο ψυχικό πόνο στον πάσχοντα και επιφέρει σοβαρά κοινωνικά, οικογενειακά και οικονομικά προβλήματα.

Από τον Ιπποκράτη έλαβε το όνομα της «μελαγχολίας» διότι πίστευε ότι η «μαύρη χολή» δρούσε αρνητικά στον εγκέφαλο.

Οι παγκόσμιες οργανώσεις υγείας αναφέρουν ότι πάνω από 400 εκατομμύρια άνθρωποι πάσχουν από κατάθλιψη και ότι από την εποχή του άγχους, στις ήμερες μας έχουμε περάσει στην εποχή της κατάθλιψης. Όμως η διάγνωση της κατάθλιψης γίνεται  σε αρκετά λιγότερους διότι είτε δεν προσφεύγουν σε ειδικούς ιατρούς που έχουν εμπειρία από την πάθηση αυτή είτε αρνούνται τόσο οι ίδιοι όσο και οι δικοί τους άνθρωποι ότι η  κατάστασή τους είναι πρόβλημα υγείας που χρειάζεται θεραπεία.

Χαρακτηρίζεται από έντονα συναισθήματα λύπης, άγχους, ενοχής, τύψεις (για ασήμαντες ή ανύπαρκτες αιτίες), ιδέες αναξιότητας,  θυμό, μίσος, ανία, κόπωση, φτώχεια ιδεών, αδιαφορία,  δυστυχία, απελπισία, θλίψη, φόβο και απαισιοδοξία.  Εμφανίζει και συμπτώματα από τις σωματικές λειτουργιές όπως αϋπνία είτε στην αρχή του ύπνου είτε συχνές αφυπνίσεις και κακή ποιότητα ύπνου είτε τελική αϋπνία με πολύ πρώιμο ξύπνημα (σπανιότερα χαρακτηρίζεται από υπερβολική υπνηλία), γαστρεντερικά ενοχλήματα όπως δυσπεψία ή δυσκοιλιότητα, ανορεξία για φαγητό με συνακόλουθο αδυνάτισμα αλλά αρκετά συχνά εμφανίζεται και αυξημένη όρεξη με παχυσαρκία και σεξουαλικές δυσκολίες. Επίσης μπορεί να υπάρχει νευρικότητα, μείωση προσοχής, μειωμένη ενεργητικότητα και μειωμένη ικανότητα να λαμβάνει αποφάσεις, δυσκολίες στη συγκέντρωση και στη μνήμη. Καταγράφεται   αναποφασιστικότητα,  αναβλητικότητα και μειωμένη παραγωγικότητα. Σε σοβαρές περιπτώσεις μπορεί να υπάρχουν έντονες έμμονες ιδέες ότι πάσχει από κάποια σοβαρή ανίατη αρρώστια ή σοβαρή επικείμενη καταστροφή.

Πρέπει να διαχωρίζεται από την απλή θλίψη που εκδηλώνουν οι άνθρωποι σε μια απώλεια αγαπημένου προσώπου,  οι οποίοι μετά το πένθος συνέρχονται και συνεχίζουν την ζωή τους. Βεβαίως στο πένθος δεν δημιουργείται εχθρικότατα μέσα στον άνθρωπο για τον ίδιο του τον εαυτό.

Εκδηλώνεται με διάφορες μορφές ανάλογα με την ηλικία, το φύλο και την προσωπικότητα του κάθε ατόμου.

Αιτιολογία

Γενετικοί λόγοι και η  κληρονομικότητα παίζουν σημαντικό ρόλο στην εμφάνιση της κατάθλιψης. Μερικοί άνθρωποι έχουν αυξημένη προδιάθεση να εμφανίσουν κατάθλιψη εάν υπάρχουν και άλλα άτομα στην οικογένεια με κατάθλιψη. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα εμφανίσουν υποχρεωτικά κατάθλιψη.

Κάποια φάρμακα όπως τα αντιυπερτασικά, τα αντισυλληπτικά και η κορτιζόνη αλλά και πολλές σοβαρές σωματικές παθήσεις είτε οξείες είτε χρόνιες μπορεί να οδηγήσουν σε κατάθλιψη όπως ο υποθυρεοειδισμός, ο σακχαρώδης διαβήτης, οι καρδιοπάθειες, τα εγκεφαλικά επεισόδια, ο αλκοολισμός,  η νόσο Πάρκινσον, κάποιες μορφές καρκίνου αλλά ακόμη και μια απλή γρίπη μπορεί να αποτελέσει λόγο για την έναρξη ενός καταθλιπτικού επεισοδίου.

 Προσοχή πρέπει να δίνεται σε περιπτώσεις επίμονων ψυχοσωματικών καταστάσεων όπως χρόνιες κεφαλαλγίες, σεξουαλικές δυσκολίες, ζάλες, κομμάρες που μπορεί να υποκρύπτουν κατάθλιψη.    

Σημαντικό ρόλο παίζει και η προηγούμενη προσωπικότητα του ασθενούς. Συνήθως στους ασθενείς που πάσχουν από κατάθλιψη υπάρχουν κάποια στοιχεία στο χαρακτήρα τους, όπως η χαμηλή αυτοεκτίμηση, τάση για εξάρτηση από τους άλλους, αδυναμία του ατόμου να δώσει ένα νόημα στη ύπαρξη του, παθολογική εκτίμηση του εαυτού του η οποία του δημιουργεί αρνητικές σκέψεις και προσδοκίες (οι απαισιόδοξες και καταθλιπτικές σκέψεις, δημιουργούν καταθλιπτικό συναίσθημα και αυτό με την σειρά του αυξάνει τις απαισιόδοξες σκέψεις),  ψυχαναγκαστικότητα, δυσπροσαρμοστικότητα, μειωμένη αισιοδοξία για την ζωή. Κάποιοι έχουν περιγράψει και την «καταθλιπτική» προσωπικότητα που χαρακτηρίζεται από εσωστρέφεια, υπερβολική ηθική συνείδηση, αμφιθυμικές σχέσεις με τους γονείς, υποχωρητικότητα, ανικανοποίητη αυτοεκτίμηση, άτομα που εύκολα πληγώνονται και υποτιμούν τον εαυτό τους και αυξημένη εξάρτηση από τους άλλους (η οποία όμως δεν είναι επιθυμητή και από την οποία παλεύει να απελευθερωθεί), μειωμένη μαχητικότητα για την ζωή. Θεωρεί τα δικά του δικαιώματα υποδεέστερα από τα δικαιώματα των άλλων (εμφανίζει μια παθητική – επιθετική συμπεριφορά) αλλά έμμεσα εκδηλώνει τον θυμό του μιλώντας συνεχώς για τα λάθη και τις αδικίες των άλλων και κυρίως αυτών στους οποίους είναι αρκετά προσκολλημένος.

Πολλά άτομα που βιώνουν στην ζωή τους έντονα, πολλά και ίσως και χρόνια ψυχοπιεστικά γεγονότα, τα οποία δεν μπορούν να αποφύγουν αισθάνονται ανήμπορα και ότι δεν υπάρχει σωτηρία και βοήθεια για αυτούς. Έτσι η κατάθλιψη συμβαίνει εξαιτίας της πεποίθησης ότι το άτομο δεν μπορεί να θέσει επιθυμητούς στόχους στην ζωή του ή ότι οι  στόχοι του δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν ποτέ και ότι δεν μπορεί να κάνει τίποτα που να περνάει από τα χέρια του για να αλλάξει τα πράγματα και να πετύχει κάτι στην ζωή του και αισθάνεται αβοήθητο.

 Σύμφωνα με την ψυχοδυναμική ψυχαναλυτική άποψη η κατάθλιψη οφείλεται σε έναν θυμό που δημιουργείται μέσα στον πάσχοντα για τον ίδιο τον εαυτό του. Κάθε κατάθλιψη είτε αγχώδη είτε βαριά ψυχωτική, είναι αποτέλεσμα στροφής προς τον ίδιο τον πάσχοντα των εχθρικών και συνεπώς καταστρεπτικών ενστίκτων, τα οποία προορίζονταν για πρόσωπα από τα οποία ο ασθενής εξαρτάται είτε πραγματικά είτε συναισθηματικά. Έχει τις ρίζες της σε ασυνείδητα συναισθήματα ενοχής και εμφανίζεται μετά από τραυματικά βιώματα που διαταράσσουν τις εσωτερικές και διαπροσωπικές σχέσεις των ασθενών, πάντα ανάλογα με τα αισθήματα και τον βαθμό εξάρτησής  τους από τα πρόσωπα του τον περιβάλλουν. Το ψυχικό όργανο του πάσχοντα δεν μπορεί να διαχειρισθεί με φυσιολογικό τρόπο την αμφιθυμία (την αγάπη και τον θυμό) στις σχέσεις του με τους άλλους.   Η κατάθλιψη τότε αντιπροσωπεύει τον νοσηρό τρόπο με τον οποίο ο άρρωστος συναλλάσσεται με τα δικά του συναισθήματα που έχει απέναντι στους άλλους, αλλά και ως αποτέλεσμα ενοχικών συναισθημάτων που επιβάλλονται στο άτομο από την υπερβολική και άκαμπτη συνείδηση, κυρίως σε ασυνείδητο επίπεδο. Η ενοχή και η ντροπή είναι ψυχοπαθολογικές δηλώσεις κάθε μορφής κατάθλιψης.

Ο Spitz περιέγραψε την λεγόμενη ανακλιτική κατάθλιψη η οποία παρατηρήθηκε σε παιδιά, τα οποία μεγάλωσαν για μικρό χρονικό διάστημα από την μητέρα τους και στην συνέχεια στερήθηκαν την φροντίδα και την παρουσία της.  Παρατηρήθηκε κυρίως σε βρεφοκομεία και άλλα ιδρύματα και γενικότερα σε περιβάλλον από το οποίο έλλειπε η μητρική στοργή και φροντίδα. Αυτό αποτέλεσε για τον Spitz μια βαριά συναισθηματική αποστέρηση που πολλές φορές ήταν μοιραία για την ομαλή ψυχοσωματική εξέλιξη του ατόμου, οδηγώντας σε μαρασμό. Εάν γινόταν έγκαιρα η επανεμφάνιση της μητέρας ή η αντικατάσταση της φροντίδας που στερήθηκαν  από ένα ζεστό και φιλικό πρόσωπο, από μία τροφό γεμάτη αγάπη και θαλπωρή, οδηγούσε σε φυσιολογική ανάπτυξη των βρεφών.

Σύμφωνα με τον English, «η μελαγχολία δεν είναι μια απροσδόκητος αιφνίδια και κατά σύμπτωση επερχόμενη αλλαγή της ψυχικής διάθεσης. Αντιθέτως είναι μια προοδευτική εγκαθιστάμενη μεταβολή στις ακόλουθες ψυχοσωματικές διεργασίες του ανθρώπου που αφορούν»:

  1. Τον τρόπο που σκέπτεται το πάσχον άτομο
  2. Τον τρόπο που αντιμετωπίζει την ζωή
  3. Τον τρόπο με τον οποίο συναλλάσσεται με τους άλλους δηλαδή τις διανθρώπινες σχέσεις
  4. Τον τρόπο που επιλύει τα εσωτερικά του προβλήματα δηλ. τις ενδοπροσωπικές σχέσεις
  5. Τον τρόπο που αντλεί χαρά και ικανοποίηση από την ζωή του
  6. Τον τρόπο με τον οποίο εκτιμά τον  εαυτό του και τους άλλους
  7. Τον τρόπο που αναλαμβάνει ή αποφεύγει τις ευθύνες
  8. Τον τρόπο με τον όποιον χρησιμοποιεί τα γεγονότα της ζωής προς όφελός του με σκοπό την ψυχολογική ωρίμανση

Βλέπε σελ 234 στο βιβλίο «δυναμική ψυχιατρική», Γ. Φιλιππόπουλου, Εκδόσεις Καραβία. Αθήνα. 1971.   

 Όταν χάνεται ένα αγαπημένο πρόσωπο τα συναισθήματα που τρέφει ο καταθλιπτικός αποσύρονται από αυτό και επιστρέφουν στον εαυτό του. Επιστρέφουν και τα συναισθήματα αγάπης και θυμού προς τα αγαπημένο πρόσωπο γιατί αυτά πάνε πάντα μαζί. Με την καλή εικόνα ενσωματώνεται επίσης και η θλιβερή εικόνα και ο άρρωστος ταυτίζεται με αυτή. Μια τέτοια ταύτιση κάνει τον καταθλιπτικό να απεχθάνεται τον εαυτό του και να θλίβεται για αυτόν κι έτσι βασανίζεται. Με άλλα λόγια όλα τα συναισθήματα θυμού που έτρεφε λόγω κάποιων δυσκολιών στην σχέση τους και που μπορούσε να κατευθύνει και να «συζητήσει» προς το αγαπημένο πρόσωπο όταν ήταν στη ζωή, στρέφονται τώρα εναντίον του και βασανίζεται ανελέητα. Η απώλεια μπορεί να είναι πραγματική ή φανταστική.

Ο Φρόιντ υποστήριξε ότι υπάρχουν ομοιότητες ανάμεσα στο πένθος και στην κατάθλιψη. Βεβαίως η κατάθλιψη αποτελεί ακόμα πιο προχωρημένη και πιο βαριά νοσηρή κατάσταση απ΄ότι το πένθος.  Και  οι δυο καταστάσεις χαρακτηρίζονται από κάποια απώλεια. Από έρευνες έχει αναδεχθεί ότι ιδιαίτερη προδιάθεση για κατάθλιψη έχουν άτομα που έχουν χάσει κάποιο γονιό τους κατά την παιδική ηλικία. Η «απώλεια» της μητέρας είτε φυσική λόγω θανάτου είτε συναισθηματική λόγω χωρισμού ή ακόμη και η απόσυρσή της από την ζωή του παιδιού λόγω π.χ. βαριάς χρόνιας κατάθλιψης χωρίς επαρκές υποκατάστατο πριν την ηλικία των 11 ετών    είναι σημαντικός παράγοντας τρωτότητας για κατάθλιψη.

Αλλά πολλές φορές δεν υπάρχει στο ιστορικό των ασθενών με κατάθλιψη πάντοτε θάνατος κάποιου γονέα άλλα μπορεί να υπάρχει συναισθηματική αποστέρηση δηλαδή απώλεια της εσωτερικής «ψυχικής» αναπαράστασης του αγαπημένου προσώπου, του αντικείμενου αγάπης (η έννοια εσωτερικευμένα αντικείμενα υποδηλώνει κυρίως τα πρόσωπα και οι εντυπώσεις, τις οποίες το βρέφος εισάγει και διατηρεί μέσα στον ψυχισμό του ως πρώτα ψυχικά βιώματα και δεν παριστάνουν τα πρόσωπα του περιβάλλοντος  όπως είναι στην πραγματικότητα αλλά όπως τα «βλέπει και τα αισθάνεται και τα βίωσε» το βρέφος με το παιδικό του μυαλό).

  Η σχέση του ασθενούς με το αντικείμενο αγάπης είναι αμφιθυμική, δηλαδή συνυπάρχουν συναισθήματα αγάπης και μίσους.  Η αγάπη και το μίσος είναι οι όψεις του ίδιοι νομίσματος . Όταν υπάρχει αγάπη υπάρχει και μίσος και το αντίστροφο. Όταν όμως συμβεί αποστέρηση του αγαπημένου προσώπου τότε τα όποια συναισθήματα θυμού που έτρεφε ο ασθενής για το πρόσωπο αυτό εσωτερικεύονται και κατευθύνονται προς  τον ίδιο τον εαυτό του πάσχοντα και εμφανίζονται έτσι ιδέες μειωτικές και αυτοκαταστροφικές για τον ίδιο του τον εαυτό.

Βεβαίως και ο Φρόιντ πίστευε ότι δεν είναι όλες οι καταθλίψεις από ψυχογενή αίτια αλλά σε κάποιες συμβάλλουν περισσότερο οι βιολογικοί παράγοντες. Αλλά ακόμη και σε αυτές τις καταθλίψεις που προέρχονται από καθαρά σωματικές επιβαρυντικές παθήσεις όπως ατυχήματα, τραυματισμοί, αναπηρίες, οξείες ή χρόνιες ασθένειες έχει κάποια συμβολή και ο ψυχικός παράγοντας. Στα άτομα αυτά η πάθηση προκαλεί σημαντικό βαρύ «τραυματισμό» στον φυσιολογικό ναρκισσισμό και στην φυσιολογική αυτοεκτίμηση των πασχόντων.

Μπορεί  να μην είναι αποκλειστικά και μόνο μια απώλεια κάποιου αγαπημένου προσώπου που να συνδέεται με μια κατάθλιψη , άλλα να υπάρχει κάτι αρνητικό σε σχέση με την αγάπη που τρέφει κάποιος για τον εαυτό του τον ίδιο, μια αποτυχία που θα μειώσει σημαντικά το συναίσθημα αυτοεκτίμησης και τον φυσιολογικό ναρκισσισμό που έχουμε όλοι για τον εαυτό μας, κάτι που μπορεί να ελαττώσει την ικανότητα του ατόμου για δραστηριοποίηση και το ενδιαφέρον του για την ζωή.

Οι πάσχοντες έχουν μειωμένη ικανότητα έλεγχου του θυμού τους και δυσκολία εκδήλωσης αγανάκτησης και «καταπίνουν τα φαρμάκια τους».

Στην οικογενειακή ζωή  των καταθλιπτικών υπάρχουν συχνά στερήσεις και απώλειες γονέων κλπ με συνέπεια να χαρακτηρίζονται από ανασφάλεια και φόβο σε όλη τη ζωή του αρρώστου μήπως τους  εγκαταλείψουν. 

Η παιδική και εφηβική ηλικία πολλών ασθενών με κατάθλιψη χαρακτηρίζεται από δύσκολες και τραυματικές συνθήκες και εμπειρίες που επηρεάζουν σημαντικά και επιφέρουν κάποια σχετική προδιάθεση  για να νοσήσει από κατάθλιψη στην ενήλικη ζωή.  Συνήθως, πριν την εμφάνιση καταθλιπτικού επεισοδίου, προηγούνται ψυχοπιεστικά γεγονότα στην ζωή του πάσχοντος όπως ένα διαζύγιο, απώλεια αγαπημένου προσώπου, απόλυση, η απώλεια της αναπαραγωγικής δυνατότητας στις γυναίκες, η απομάκρυνση των παιδιών από το σπίτι λόγω στρατιωτικής θητείας, γάμου, σπουδών (σύνδρομο άδειας φωλιάς) κλπ, σοβαρή προσωπική αποτυχία, οικονομικά προβλήματα, αποτυχία στις εξετάσεις, μετακομίσεις κ.α. Για κάποιους και ευχάριστα γεγονότα ζωής όπως ένας γάμος ή η συνταξιοδότηση μπορεί να αποτελέσουν αιτία εμφάνισης κατάθλιψης. Συνηθισμένο αίτιο ιδίως στην ελληνική επαρχία είναι η συγκατοίκηση πεθεράς και νύφης, με την δεύτερη σχεδόν αποκομμένη από την πατρική της οικογένεια, στην όποια θα έβρισκε στήριξη, με απουσία συμπαράστασης  από τον σύζυγό της, ο όποιος συνήθως είναι αρκετά προσκολλημένος στην κυριαρχική μητέρα του και με έναν ήπιο πεθερό που δεν θέτει όρια ή αποφεύγει ή σκεπάζει τα προβλήματα.

Στην εμφάνιση των  περισσοτέρων παθήσεων έτσι και στη κατάθλιψη συμβάλλουν βιολογικοί (π.χ. ορμονικές, βιταμίνες, νευροδιαβιβαστές του εγκεφάλου κυρίως η σεροτονίνη και η νοραδρεναλίνη  κλπ) ψυχολογικοί, αναπτυξιακοί, και κοινωνικοί παράγοντες. Δηλαδή είναι αποδεκτό από τους περισσότερους ότι εάν κάποιος  εμφανίσει μια πάθηση, αυτό προσδιορίζεται από μια βιολογική προδιάθεση αλλά η ανάπτυξή της και η εμφάνισή της καθορίζεται από τους περιβαλλοντικούς παράγοντες και τις συνθήκες της ζωής του κάθε πάσχοντα.