Παχυσαρκία Μέρος 1ο

paxisarkia 1

Βουλιμία, Ανορεξία , θηλασμός , πρώτοι μήνες ζωής,  Μητέρα, δίαιτα , διατροφή, λήψη τροφής

B. Luban-Plozza , W. Poldinger, F. Kroge , K. Laederach-Hofmann : «Ο ψυχοσωματικός ασθενής στη καθημερινή ιατρική πρακτική». Βιβλίο. Μετάφραση –Επιμέλεια, Παπαδόπουλος Ιωάννης,  καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών.  6η Έκδοση . Εκδόσεις «Γρ. Παρισιάνος». https://www.parisianou.gr  Αθήνα 1997. https://www.politeianet.gr/books/9789603400486-sullogiko-parisianou

Οι συνήθειες του φαγητού είναι μια αντανάκλαση και καθρέπτης των συναισθηματικών αναγκών και της ψυχικής διάθεσης του ανθρώπου.  Υπάρχει στενή αλληλεπίδραση ανάμεσα στις ανάγκες για διατροφή και στην διάθεση μέσω της λήψης τροφής από την παιδική μας ηλικία.

Η λήψη τροφής είναι μια βασική εμπειρία σχέσης και έτσι αποκτά μια σημασία που την προδιαθέτει για την εμφάνιση συγκρουσιακών σχέσεων στην ενήλικη ζωή.

 Αυτό εκφράζεται και μέσα από την λαϊκή σοφία που αναφέρει ότι «η αγάπη περάνει από το στομάχι», αλλά και ότι το στόμα, το όργανο λήψης τροφής παραμένει ταυτόχρονα και ισόβια στην υπηρεσία της τρυφερότητας και της αγάπης.

Τα προβλήματα λήψης φαγητού είναι μια συχνή διαταραχή στον πληθυσμό και ιδίως στις γυναίκες ηλικίας των 15 με 35 ετών.

Η λήψη της τροφής τον πρώτο χρόνο της ζωής μας είναι μια  πολύ σημαντική λειτουργία. Όταν ικανοποιείται η πείνα δημιουργούνται στο βρέφος συναισθήματα ασφαλείας και καλής διάθεσης.  Κατά την διάρκεια του θηλασμού το βρέφος λαμβάνει και την τροφή του αλλά ταυτόχρονα λαμβάνει και συναισθήματα αγάπης, προστασίας, ανακούφισης, αγαλλίασης και ευχαρίστησης μέσω της ζεστής  και της μαλακής δερματικής επαφής με τον μαστό της μητέρας του. Με τον τρόπο αυτό τα συναισθήματα της πληρότητας και μείωσης της πείνας, σε συνδυασμό με την θαλπωρή και την αγάπη, είναι βιώματα του βρέφους που είναι σταθερά συνδεμένα μεταξύ τους.

Για να μην υπάρχουν διαρκείς εντάσεις μεταξύ μητέρας και παιδιού θα πρέπει να γίνουν όσο το δυνατόν περισσότερες υποχωρήσεις σε σχέση με τις ανάγκες φαγητού και γεύσης του παιδιού, κι έτσι η λήψη τροφής θα γίνει για το παιδί κάτι το ευχάριστο.  Αφήνουμε το παιδί κατά τους πρώτους μήνες της ζωής του αρκετά ελεύθερο να επιλέγει μόνο του, τους χρόνους των γευμάτων. Όταν το βρέφος πεινάσει και κλαίει θα πρέπει αμέσως να τοποθετηθεί στο στήθος ή να του δοθεί τροφή με μπιμπερό. Το παιδί επίσης μπορεί να καθορίσει την ποσότητα της τροφής που θέλει να λάβει . Η τροφή δεν  του επιβάλλεται και η διακοπή γίνεται μόνο μετά από εντολή του γιατρού όταν υπάρξει κάποιο ιατρικό πρόβλημα που θα εμποδίσει τον θηλασμό.

Ο ύπνος του βρέφους δεν διακόπτεται για να του δοθεί τροφή.  Ο καθαρισμός και η αλλαγή της πάνας θα πρέπει  να γίνει όταν το παιδί έχει χορτάσει και κοιμάται ευχαριστημένο. Βρέφη τα οποία τρέφονται ελεύθερα με αυτόν τον τρόπο αναπτυσσόσουν ένα δικό τους ρυθμό ηρεμίας και ύπνου,  όπως αυτό διαπιστώνεται και σε έρευνες σε πρωτόγονους λαούς.

Από τον τρίτο της ζωής του και μετά μπορεί το παιδί  ήδη να περιμένει κάπως το επόμενο γεύμα χωρίς ανησυχία. Παίζει μόνο του, ακούει και κοιτάζει προς την μητέρα του και έτσι υπάρχει η καλύτερη ευκαιρία για την προσαρμογή του σε ένα χρονικό πρόγραμμα λήψης της τροφής του.

Αυτό μπορεί να είναι κάπως κουραστικό για την μητέρα και σε αυτό το σημείο η συμβολή της υπόλοιπης οικογένειας είναι σημαντική.     

Μερικοί είναι αντίθετοι με αυτό τον τρόπο διατροφής του βρέφους  γιατί η κούραση της μητέρας τόσο η σωματική όσο και η ψυχική, θα είναι πολύ έντονη γιατί θα πρέπει να συντονιστεί με κάθε φωνή και κλάμα του παιδιού και θα πρέπει να βρίσκεται μόνιμα και αποκλειστικά σε αγωνιώδη επαγρύπνηση για την κάλυψη των αναγκών και υπηρεσιών του μωρού.  Έτσι η μητέρα θα γίνει υπηρέτρια του παιδιού και θα παραμελήσει αλλά μέλη της οικογένειας αλλά και την φροντίδα τους εαυτού της.   Με την σειρά της αυτή η κόπωση της μητέρας θα έχει σαν συνέπεια τελικά την μειωμένη φροντίδα του βρέφους της.

Τελικά όμως με την ελεύθερη μέθοδο θηλασμού μετά από λίγο χρονικό διάστημα και την βοήθεια της υπόλοιπης οικογένειας, το μωρό αποκτά έναν καλό ρυθμό ύπνου αφύπνισης που αφήνει και στην μητέρα την απαραίτητη ευκαιρία ξεκούρασης και ηρεμίας. Οι αντίθετοι με την ελεύθερη μέθοδο προσφοράς γάλακτος παραβλέπουν την ανεκπλήρωτη επιθυμία του βρέφους για την μητέρα του, σαν προστάτιδα και σαν τροφό και οδηγεί σε μια δυσφορία που μπορεί να επηρεάσει την συμπεριφορά τους με ευερεθιστότητα, κρίσεις κλάματος και με διαταραχές ύπνου και διαταραχές από την πέψη των τροφών.     

Συνεπώς τα βρέφη τα οποία σε πολύ πρώιμη ηλικία στερήθηκαν την ικανοποίηση αυτών των στοιχειωδών αναγκών όπως είναι η λήψη τροφής και της συνυπάρχουσας μητρικής φροντίδας, τελικά απαιτούν από την μητέρα τους πολύ μεγαλύτερη προσοχή παρότι τα βρέφη των οποίων η επιθυμία για την μητέρα και για την ικανοποίηση της πείνας τους ικανοποιήθηκε εγκαίρως.

Ακόμα πιο σημαντική από την μέθοδο διατροφής είναι και η στάση της μητέρας προς το παιδί της.  Εάν η μητέρα  δεν στρέφεται με αγάπη προς το παιδί και εάν κατά την διάρκεια του θηλασμού είναι ψυχικά απούσα εάν ο θηλασμός γίνεται βιαστικά τότε το παιδί μπορεί να αναπτύξει εναντίον της, επιθετικές διαθέσεις  και αμφιθυμικά συναισθήματα προς την μητέρα που οδηγούν σε διάφορες νευροφυτικές αντιδράσεις. Από την μια μεριά ο οργανισμός είναι έτοιμος για τη λήψη της τροφής αλλά εάν το παιδί ασυνείδητα απορρίπτει την μητέρα επέρχεται μια αντίθετη νεύρωση με σπασμούς και εμέτους, κάτι που μπορεί να είναι η πρώτη ψυχοσωματική έκφραση μιας μελλοντικής νευρωτικής διαταραχής.

Οι κολικοί των τριών πρώτων μηνών είναι ένα επιπλέον παράδειγμα λειτουργικής ψυχοσωματικής διαταραχής.  Αγχώδεις και ανασφαλείς μητέρες μεταφέρουν την ένταση τους στο παιδί και αυτή η ανασφάλεια οδηγεί το παιδί  σε μια αυξημένη ένταση, σε κολικοειδείς πόνους και σε ξεσπάσματα κραυγών.  Εάν η μητέρα πιστέψει ότι το παιδί πεινά και συνεχίζει να του δίνει τροφή με αγχώδη τρόπο τότε αυξάνεται περισσότερο η ένταση  η όποια με την σειρά της αυξάνει τους κολικούς.  Αυτά έχουν αποδειχτεί από τον Spitz το 1945 , ο οποίος μελέτησε πολλά βρέφη σε ιδρύματα που ελάμβαναν υγιεινή τροφή σε επαρκή ποσότητα αλλά χωρίς αυτή η τροφή να προσφέρεται με αγάπη, τρυφερότητα, χάδια και χαμόγελα από το προσωπικό των ιδρυμάτων, με συνέπεια να εμφανιστούν αυξημένη θνησιμότητα και  μεγάλες ψυχοσωματικές διαταραχές στα μικρά αυτά παιδιά, οι οποίες μπορούσαν να διαπιστωθούν και μετά από χρόνια.

Άλλοι ανασφαλείς και αγχώδεις γονείς παραπονούνται ότι το παιδί τους δεν τρώει.  Αυτό είναι μια ένδειξη διαταραχής της μεταξύ τους σχέσης και όχι μια διαταραχή διατροφής.  Οι γονείς επικαλούνται την λογική και την θέληση του παιδιού, αλλά αυτά καταστρέφει την όρεξη.  Τα παιδιά τα οποία αισθάνονται παραμελημένα και μόνα, αντιλαμβάνονται αυτές τις γονικές εκλύσεις ως κάτι που βοήθα την καθησύχαση των γονέων και μια λανθάνουσα απειλή περαιτέρω μείωσης της αγάπης και το παιδί μπορεί να αντιδράσει πολύ διαφορετικά σε αυτόν τον γονικό εκβιασμό: αρνείται την τροφή από πείσμα ή μπορεί τρώει μόνο του ή  να τρώει μεμονωμένες μπουκιές μετά από λεκτική πίεση ή τέλος να ανέχεται παθητικά την υπερδιατροφή από πίεση των γονέων-μέχρι την παχυσαρκία. Η αποκάλυψη αυτών των διαταραχών σχέσεων ως διαταραχές διατροφής είναι η προϋπόθεση μιας αποτελεσματικής θεραπείας.  

Διατροφή – ένα γεγονός επικοινωνίας

Η λήψη τροφής δεν είναι μόνο ένα φυσιολογικό  γεγονός αλλά συνδέεται αδιάσπαστα και με συναισθήματα θαλπωρής, αγάπης και φροντίδας ή με τα αντίθετα συναισθήματα. Αυτή η εμπειρία του μικρού παιδιού δεν χάνεται ποτέ στην ζωή του ανθρώπου.  Η «δίψα για φροντίδα και αγάπη και αναγνώριση» μπορεί να επηρεάσει μέσα από το αυτόνομο νευρικό σύστημα το στομάχι σαν να έπρεπε να ικανοποιηθεί μια πραγματική ανάγκη λήψης τροφής.  Συχνά μια τέτοια πείνα για αγάπη οδηγεί σε μια υπερβολική λήψη τροφής μέχρι τη βουλιμία και την παχυσαρκία. Πολλοί άνθρωποι κατά την διαδικασία λήψης τροφής μπορούν και  αναβιώνουν και θυμούνται διαθέσεις και συναισθηματικές εικόνες γεγονότα και εκδηλώσεις  που βιώθηκαν στο παρελθόν.

Επίσης η λήψη τροφής είναι και ένα επικοινωνιακό γεγονός διότι οι περισσότεροι άνθρωποι τρώνε πιο ευχάριστα με παρέα ανθρώπων.

Η προετοιμασία ενός γεύματος προϋποθέτει επίσης και τον κόπο και άλλων ανθρώπων για την προετοιμασία του και ίσως την ευχάριστη διάθεση κάποιων ανθρώπων να προετοιμάσουν γεύματα για τους  δικούς τους αγαπημένους  ανθρώπους όπως την προετοιμασία των καθημερινών γευμάτων ή την προετοιμασία ενός όμορφου στολισμένου γιορτινού τραπεζιού ενός γεύματος γενέθλιων ή το κυριακάτικο τραπέζι.

Όταν κάποιοι πρέπει να περιορίσουν τα γεύματά τους  ή να εφαρμόσουν μια συγκεκριμένη δίαιτα συχνά αισθάνονται μειωμένοι σαν άνθρωποι αποκλεισμένοι από το οικογενειακό τραπέζι προετοιμασμένο με  φροντίδα και αγάπη. Αυτό θα μπορούσε χωρίς ψυχολογική βοήθεια να οδηγήσει ώστε ακόμα και μια σωστά επιλεγμένη διατροφή να έχει άσχημες επιπτώσεις. Γι αυτό τον λόγο είναι απαραίτητο να εξηγηθεί καλά στον άνθρωπο γιατί απαιτείται από αυτόν μία τέτοια θυσία. Το καλύτερο είναι να μπορέσουμε να ενθουσιάσουμε τον ασθενή για τον ίδιο στόχο. Γι΄ αυτό είναι δύσκολο να συνταγογραφήσει κάποιος σωστά μια δίαιτα και πολλές δίαιτες αποτυγχάνουν ακριβώς γιατί δεν είναι καλά επεξηγημένες στον ενδιαφερόμενο με απλές και ακριβείς πληροφορίες και χωρίς ψυχολογική βοήθεια.   

 Γενικά μιλάμε για παχυσαρκία όταν το ιδανικό βάρος έχει ξεπεραστεί κατά 20 % . Και αυτό οφείλεται στο ότι οι ασθενείς παίρνουν περισσότερες θερμίδες από αυτές που χρειάζονται άλλα και στο ότι οι παχύσαρκοι έχουν μειωμένο βασικό μεταβολισμό  και μπορούν να κρατούν αυξημένο το βάρος τους παρά την μείωση της τροφής που λαμβάνουν από ότι τα άτομα με φυσιολογικό βάρος σώματος.  Αυτό ίσως συνδυάζεται και με την επικράτηση του παρασυμπαθητικού νευρικού συστήματος (και όχι του συμπαθητικού) που συνοδεύεται από τη μείωση του βασικού μεταβολισμού.

Το αίσθημα του κορεσμού έχει διαταραγμένη ρύθμιση στα παχύσαρκα άτομα τα οποία επηρεάζονται πιο έντονα από τα ερεθίσματα του περιβάλλοντος  στην ανάγκη λήψης τροφής  απ΄ ότι μέσω των φυσιολογικών εσωτερικών αισθημάτων της πείνας της ευχάριστης και του κορεσμού.

Οι ασθενείς δεν ξέρουν πότε πεινάνε. Η όρεξή τους εκλύεται από εξωτερικά ερεθίσματα και διάφορες μορφές διαφορικών συναισθημάτων.

Η συνεχής ανάγκη λήψης φαγητού ή η ξαφνική έντονη πείνα των ασθενών δεν σημάνει αυξημένη ανάγκη για διατροφή.  Οι ασθενείς παλινδρομούν μπροστά στις συγκρούσεις και στα προσωπικά προβλήματα της ζωής και χρησιμοποιούν μεθόδους της πρώιμης παιδικής ηλικίας  για την αντιμετώπιση της δυσαρέσκειας των ψυχοπιεστικών καταστάσεων ζωής και της δυσθυμίας.

Και η παχυσαρκία και η ανορεξία (απίσχνανση) έχουν κοινό σημείο ότι και στις δυο περιπτώσεις υφίσταται μια εξάρτηση από την ικανοποίηση στοματικής ανάγκης.  Η καθήλωση στη στοματική ανάγκη βιώνεται με θετική εξάρτηση ως βουλιμία και με αρνητική εξάρτηση ως άρνηση λήψης τροφής, ανορεξία.

Γενικά η συμπεριφορά φαγητού των παχύσαρκων διαφοροποιείται σε δυο τύπους

α)  υπερβολικό φαγητό το βράδυ με πολλές αφυπνίσεις και με πρωινή ανορεξία και

β) αυξημένη λήψη τροφής  σε ανάδυση ψυχοσυγκρούσεις και ψυχοπιεστικών καταστάσεων της ζωής με συνέπεια την εμφάνιση άγχους κατάθλιψης και συναισθημάτων ενοχής.

Εικόνα προσωπικότητας

Πολλοί παχύσαρκοι έχουν ήδη από την παιδική και νεανική ηλικία μια τάση για υπερβολικό βάρος καθώς επίσης και έναν γονιό με αυξημένο βάρος που του δημιουργούσε πρόβλημα.   Φαίνεται να υπάρχει μια γενετική προδιάθεση αλλά έχει αποδειχτεί ότι στις οικογένειες αυτές, η λήψη τροφής ήταν ενσωματωμένη σε έναν τύπο σχέσεων, σε μια συνηθισμένη συμπεριφορά, στον οποίο το φαγητό έπαιζε σημαντικό ρολό. Επομένως η  παχυσαρκία φαίνεται  ότι είναι και ατομικό και οικογενειακό πρόβλημα.

Ίσως οι γονείς απαντούν σε κάθε ανάγκη που εκφράζει το παιδί με προσφορά τροφής και εξαρτούν την εξωτερίκευση αγάπης και το ενδιαφέρον τους προς το παιδί, από το εάν το παιδί τρώει αρκετά. Έτσι οι απογοητεύσεις της ζωής δεν μπορούν να γίνουν ανεκτές  και δεν αντιμετωπίζονται αλλά πρέπει να εξισορροπούνται μέσω μιας «ενίσχυσης» με πρόσφορα τροφής.

Στους παχύσαρκους υπάρχει μια στενή σχέση, ένα πολύ στενός δεσμός με την μητέρα και ο πατέρας να είναι σχετικά απών.  Οι μητέρες αυτές εμποδίζουν την κινητική εξέλιξη και την ικανότητα κοινωνικής επαφής μέσα από τις υπερβολικές φροντίδες και καθηλώνουν το παιδί σε μια  στάση μειωμένης δραστηριότητας. Η αυξημένη χορήγηση θερμίδων εξηγείται σαν μια άμυνα σε δυσάρεστες συγκινήσεις και ιδίως σε συναισθήματα άγχους και κατάθλιψης. Στην λαϊκή σοφία αναφέρεται ως «η καταβρόχθιση της στενοχώριας».

Δεν μπορούμε να βρούμε έναν ενιαίο τύπο ασθενών στην προσωπικότητα τους. Βρίσκουμε ασθενείς με χαρακτήρα εσωτερικής ανησυχίας, απάθειας, καταθλιπτικής παραίτησης καθώς και χαρακτηριστικά φυγής προς την μοναξιά. Έστω και προσωρινά με την λήψη τροφής απελευθερώνεται από την κατάθλιψη.   Οι ασθενείς αισθάνονται ατελείς, ευάλωτοι και ανεπαρκείς.

 Η πολυφαγία, η μειωμένη δραστηριότητα και το μεγάλο βάρος που είναι συνέπεια των προηγούμενων προσφέρουν μια σχετική προστασία από το υποκείμενο συναίσθημα της ανεπαρκείας. Ο παχύσαρκος, έτσι όπως φαίνεται ογκώδης και εντυπωσιακός αισθάνεται πιο ισχυρός και πιο ασφαλής.

Θεραπεία

Για να είναι επιτυχείς οι προσπάθειες αδυνατίσματος  πρέπει να δώσουμε κίνητρα στους ασθενείς για μια μακροχρόνια αλλαγή στη συμπεριφορά φαγητού, όπου η υπερφαγία και το μεγάλο βάρος δεν θα αποτελούν συναισθηματική αναγκαιότητα. Πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το ισοζύγιο ευχαρίστησης των ασθενών διότι τελικά το μεγάλο βάρος θεωρείται καλύτερα ανεκτό και περισσότερο ευχάριστο από το να αντιμετωπίζει κανείς τα προβλήματα του. Πάνω από το 50 %   των ασθενών που υποβάλλονται σε δίαιτα υποφέρουν από νευρικότητα, ευερεθιστότητα, κούραση, άγχος και μια καταθλιπτική διάθεση.

 Πέρα από την διαιτητική απώλεια βάρους πρέπει να ασχοληθεί κάποιος και με την μείωση του βασικού μεταβολισμού του ασθενούς ο οποίος μετά από μια δίαιτα πολλές φορές εξακολουθεί να παραμένει χαμηλός και να  μπορεί έτσι να οδηγήσει πάλι σε αύξηση βάρους.

Αίτιες αποτυχίας της θεραπείας της παχυσαρκίας :

Δεν πρέπει να εστιαζόμαστε μόνο στο πρόβλημα του βάρους και στις συνέπειες που έχει αυτό στην υγεία του ασθενούς γιατί πολλές φορές αυτό εκλαμβάνεται από ηθικής πλευράς ότι κατηγορούμε ή αξιολογούμε τον ασθενή σαν «παράλογο» και ότι συχνά αισθάνεται ότι τον απορρίπτουμε συναισθηματικά.   Επίσης πρέπει να εξετάζονται πολύ προσεκτικά οι συνήθειες πρόσληψης φαγητού οι προϋποθέσεις και τα κίνητρα που έχει ο ασθενής. Επίσης είναι δύσκολο να βρεθεί ένα αντίβαρο ευχαρίστησης που θα προσφερθεί στον ασθενή για να αναπληρώσει την ευχαρίστηση που αντλούσε από την λήψη φαγητού.  Πολύ μεγάλο ρόλο παίζουν και οι καταναλωτικές συνήθειες του ασθενούς με βάση τα ερεθίσματα και την πίεση που λαμβάνει από την τοπική του κοινωνία, τα οποία είναι δύσκολο να αλλάξουν. Επίσης είναι δύσκολο για πολλούς ασθενείς να τηρήσουν τις διαιτητικές συμφωνίες και συχνά διαβεβαιώνουν το γιατρό ότι «δεν τρώνε σχεδόν τίποτα».  Αυτό δημιουργεί μια απογοήτευση στον γιατρό και ένα αίσθημα αποτυχίας διότι δεν αντιλαμβάνεται την αντίθεση μεταξύ της αντίληψης που έχει ο ασθενής ή οι συγγενείς τους για το «τίποτα», όπως επίσης και σχετικά με το αίσθημα της πείνας και του κορεσμού διαφορετικά το αντιλαμβάνεται ο ασθενής και διαφορετικά ο γιατρός και οι άλλοι γύρω του. Για πολλούς ασθενείς είναι ένα πλήγμα στην προσωπικότητά τους το να χάσουν βάρος και αυτό το πλήγμα είναι βαθύ πολλές φορές διότι με την προσπάθεια  απώλειας βάρους ταυτόχρονα οι ασθενείς χάνουν και μια οικεία και γνώριμη σε αυτούς  δυνατότητα αντιμετώπισης των ψυχολογικών συγκρούσεων και καταθλιπτικών καταστάσεων στην ζωή τους και χάνουν επίσης και την δυνατότητα δημιουργίας ευχαρίστησης και χαρούμενων συναισθημάτων μέσα τους.

Τέλος οι θεραπευτικές οδηγίες μπορεί να δίνονται και να εκφράζονται με πολύπλοκο τρόπο και οι ασθενείς  να διστάζουν να ζητήσουν διευκρινήσεις.

Είναι πολύ σημαντική η τακτική συνάντηση με τον γιατρό και εάν είναι δυνατόν κάθε εβδομάδα. Είναι προτιμότερη μια βραδεία απώλεια βάρους με συνδυασμό δίαιτας και σωματικής άσκησης, παρά μια ταχεία αυστηρή δίαιτα η όποια ενέχει κινδύνους για την υγεία.

 Η ομαδική θεραπεία μπορεί βοηθήσει σημαντικά όπως επίσης και η χρήση φαρμακοθεραπείας ή η χρήση των χειρουργικών επεμβάσεων. Ο συνδυασμός όμως των θεραπευτικών παρεμβάσεων φαίνεται να είναι πιο επιτυχής από μια μεμονωμένη θεραπευτική προσέγγιση.

Βιβλιογραφία :

  1.  Ιεροδιακόνου Χ., Φωτιάδης Χ., Δημητρίου Ε. :  «Ψυχιατρική» βιβλίο. Εκδόσεις Μαστορίδη . Θεσσαλονίκη 1988. https://www.politeianet.gr/books
  2. Φιλιππόπουλου Γ. «Δυναμική Ψυχιατρική». Βιβλίο. Εκδόσεις Α. Καραβία. Αθήνα 1971. Δυναμική ψυχιατρική – Αλφειός (alfeiosbooks.com)
  3. Lemperiere T., Feline A.: «Εγχειρίδιο ψυχιατρικής ενηλίκων». Υπεύθυνος έκδοσης Σακελλαρόπουλος Π. Καθηγητής Ψυχιατρικής. Εκδόσεις Παπαζήση. 1995 Αθήνα. www.papazissi.gr
  4. Ιεροδιακόνου Χ.  «Ψυχιατρικές γνώσεις για εφαρμογή από κάθε γιατρό. Οδηγός ψυχοσωματικής θεραπείας». Εκδόσεις «Μαστορίδη». Θεσσαλονίκη 2000. Τυποφιλία / Μαστορίδης – Όλα τα βιβλία | metabook.gr

Αγγελόπουλος Νικηφόρος . Ιατρική ψυχολογία και ψυχοπαθολογία . Μια σύγχρονη ψυχιατρική.  Τόμος Β Εκδόσεις Βήτα www.betamedarts.gr